Βρέθηκε ακριβές λήμμα
κίρντισμα καπνού (του)

Ετυμολογία: από το τουρκ. kirmak = σπασιμο

  • Το κόψιμο-μάζεμα των φύλλων του καπνού
    • -Το κίρντισμα γινόταν σε στάδια, άρχιζε από τα φύλλα τα κάτω-ντι μάνα-, ύστερα τα πιο πάνω-προυτσι μάνα-, μετά το ούτσιαλτιρ και τέλος τα ούτσια
Παρόμοιες λέξεις
ούτσιαλτιρ