Βρέθηκε ακριβές λήμμα
μύκ' (η)
-
Μύτη
- - Εμ, τι να κάνου, τραβούσι η μύκη τ'ς βόλτα = έσερνε, γουστάριζε.
- - Γι ένας να τα κ'βανεί απ' του τσ'βάλ' τσι γι άλλους να τα βγάζ' απ' κη μύκ' τ'ς βιλόν'ς!
- -Αθρώπ κη μύκη σ' να πιάν'ς = Άνθρωποι πολύ βρομεροί, με την έννοια του ανηθικού