Βρέθηκε ακριβές λήμμα
μπγυώνου

Ετυμολογία: εν + πύον + ώνω (κατάλ.) > εμπυώνω > μπγυώνου

  • Γεμίζω πύον
Παρόμοιες λέξεις
μπυώνου