Βρέθηκε ακριβές λήμμα
μαϊκό (του)
  1. Μαγικό
    • -Μαϊκό είνι του γλειφιτζούρ' τσ' όσου να γλείφ'ς άγλειφου α μπουμέν'
  2. Καλό ποδαρικό
    • - Καλό μαϊκό έχ' τούκ'!