Βρέθηκε ακριβές λήμμα
μαγιόξ'λου (του)
  1. Κομμάτι από ξύλο που σύμφωνα με το έθιμο της Πρωτομαγιάς πρέπει να «πιάσεις» για καλή τύχη
  2. μτφ. Πέος
    • -Ε Ρήν' τόπιασις σήμιρα του μαγιόξ'λου;