Βρέθηκε ακριβές λήμμα
κ'μάσ' (του)
Ετυμολογία: τουρκ. kumaş = μτφ. οι ιδιότητες ή το υλικό που αποτελούν την οντότητα και την προσωπικότητα
- Κουμάσι, κοτέτσι.
-
μτφ. άνθρωπος τιποτένιος, πρόστυχος, παλιάνθρωπος
- - Είσι ένα κ'μασ'! = είσαι ένα κελεπούρι!