Βρέθηκε ακριβές λήμμα
γροικώ
  • Καταλαβαίνω, κατανοώ, παίρνω χαμπάρι, νογάω
    • -Έ γροικάς κίπουτα!
    • -Έ γροίκ'σα του φαγί μ'. Τόφαγα στα βιασκά! = δεν το «κατάλαβα» δεν το ευχαριστήθηκα.